Γιατί λέμε «Θα του ρίξω μαύρο και δαγκωτό» ;
Η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιείται συνήθως σε εκλογικές διαδικασίες, για την εκδήλωση δυσαρέσκειας στο πρόσωπο κάποιου υποψηφίου.
Από το 1844 και για 80 περίπου χρόνια, η εκλογική διαδικασία γινόταν με διαφορετικό τρόπο από τον σημερινό: Δεν υπήρχε μια κάλπη, αλλά τόσες όσοι και οι υποψήφιοι. Κάθε κάλπη ήταν χωρισμένη σε δυο πλευρές: Την αριστερή της, που ήταν μαύρη και συγκέντρωνε τις αρνητικές ψήφους και την δεξιά της, που ήταν άσπρη και συγκέντρωνε τις θετικές ψήφους.
Στους ψηφοφόρους δινόταν σφαιρικά μολυβδένια μπαλάκια, ένα για κάθε κάλπη. Αυτοί με την σειρά τους έβαζαν όλο το χέρι τους μέσα στην κάλπη ώστε να μην φαίνονται οι προτιμήσεις τους (εικόνα αριστερά) και έριχναν το μπαλάκι στην πλευρά της προτίμησής τους. Αν το σφαιρίδιο πήγαινε στη δεξιά άσπρη πλευρά, η ψήφος ήταν θετική, αν πήγαινε στην αριστερή μαύρη, η ψήφος ήταν αρνητική.
Με αυτόν τον τρόπο οι ψηφοφόροι μπορούσαν να ικανοποιήσουν όλες τις πλευρές, αφού είχαν τη δυνατότητα να «ασπρίσουν» όλους τους υποψηφίους όλων των κομμάτων. Και το αντίθετο βέβαια: Να τους «μαυρίσουν» όλους. Συχνά, ήταν τέτοιος ο φανατισμός, ο θυμός ή η αγανάκτησή τους, που πολλοί δάγκωναν τα σφαιρίδια δυνατά πριν τα ρίξουν στην κάλπη. Οι εκφράσεις «μαύρο και δαγκωτό», «έφαγε μαύρο», «τον μαύρισα», «θα σε βγάλω ασπροπρόσωπο», προέκυψαν όλες από αυτήν την εκλογική διαδικασία.